Οικονομικά του Περιβάλλοντος και Βιώσιμη Ανάπτυξη
του Λιέα Νίκου, Φίλου του Μουσείου
Δύο είναι τα κύρια ζητήματα που τα τελευταία χρόνια σχεδόν μονοπωλούν την ατζέντα σε όλα τα επίπεδα παγκοσμίως. Η οικονομία και το Περιβάλλον, ή αλλιώς η οικονομική ανάπτυξη και η κλιματική αλλαγή. Αποτελούν φαινομενικά δύο ξεχωριστούς επιστημονικούς τομείς, όμως, εξ ανάγκης πλέον, μπορούν να προσεγγισθούν αποτελεσματικά και να αξιοποιηθούν προς όφελος των κοινωνιών μόνο συνδυαστικά.
Σήμερα, είναι κοινώς αποδεκτά, πρώτον, ότι είναι αδύνατον να υπάρξει διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη χωρίς προσεκτική μελέτη της επίδρασης της οικονομικής δραστηριότητας του ανθρώπου στο περιβάλλον και δεύτερον, ότι η ζωτικής σημασίας προστασία του περιβάλλοντος μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από τη ριζική μετεξέλιξη του μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης που ακολουθείται στο σύνολο σχεδόν του πλανήτη, ιδιαιτέρως στις πολυπληθείς αναπτυσσόμενες χώρες.
Προς εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού και χάρη στην διορατικότητα ορισμένων επιστημόνων αναδύθηκε από τη δεκαετία του ‘60 ένας εξειδικευμένος επιστημονικός κλάδος, τα Οικονομικά του Περιβάλλοντος. Βεβαίως, θεωρίες και αποσπασματικές αναφορές σχετικά με την οικονομική δραστηριότητα του ανθρώπου σε συνάρτηση με το περιβάλλον υπάρχουν από τα τέλη του 18ου αιώνα όταν και εκφράζονται συστηματικά προβληματισμοί για τους κινδύνους που θα προκύψουν από την αύξηση του πληθυσμού, την εξάντληση ή/και αλόγιστη χρήση των φυσικών πόρων και την μόλυνση του Περιβάλλοντος.
Στον πυρήνα του ενδιαφέροντος των επιστημόνων του συγκεκριμένου κλάδου βρίσκεται η αξιολόγηση του κόστους και της ωφέλειας που συνεπάγονται οι εναλλακτικές πολιτικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, της μόλυνσης από τοξικά απόβλητα, η διαχείριση των υδάτινων πόρων και άλλα, λαμβάνοντας υπόψη όχι μόνο το φυσικό περιβάλλον αλλά και το ευρύτερο ιστορικό, πολιτιστικό και τεχνολογικό περιβάλλον.
Τα οικονομικά του περιβάλλοντος εδράζονται στην ύπαρξη της άμεσης σχέσης μεταξύ Αγοράς και Περιβάλλοντος και των αλληλοτροφοδοτούμενων συνεπειών που προκαλούν τα προβλήματα αμφοτέρων και έχουν κοινές ρίζες στην αποτυχία της Αγοράς αφενός να αναγνωρίσει την αξία του περιβάλλοντος, τόσο για την ίδια τη λειτουργία της όσο και για την ανθρώπινη επιβίωση και ευημερία και αφετέρου να διασφαλίσει τις προϋποθέσεις και τα κίνητρα για βιώσιμη ανάπτυξη. Μέσω της μελέτης τους παρέχονται τα κατάλληλα εργαλεία για τη βέλτιστη διαχείριση των σπάνιων φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος και βεβαίως για την δημιουργία εκείνου του πλαισίου λειτουργίας της οικονομίας που θα τα αξιοποιεί και θα επιτρέπει αυτή τη διαχείριση.
Ωστόσο, ανεξαρτήτως όσων τεκμηριώνει και προτείνει η επιστήμη, χρειάζεται ένα πλήθος ακόμα παρεμβάσεων και προσαρμογών από όλους τους ενδιαφερόμενους – Κράτος, Κοινωνία Πολιτών, Επιχειρήσεις – για να επιτευχθεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Παρεμβάσεις και προσαρμογές στο ρυθμιστικό επίπεδο, στον έλεγχο συμμόρφωσης, στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, στην εκπαίδευση, στη διαμόρφωση κουλτούρας κλπ.
Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Μετεώρων και Μουσείο Μανιταριών έχει και μπορεί να παίξει ακόμα πιο καθοριστικό ρόλο στα περισσότερα επίπεδα. Η ύπαρξη του και μόνο σηματοδοτεί μια σημαντική προσπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση. Επιπλέον, η φιλοξενία μόνιμων και περιοδικών εκθέσεων, οι δραστηριότητες του, τα εκπαιδευτικά προγράμματα, οι συνεργασίες με σημαντικούς φορείς διαφόρων αντικειμένων, η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών, η ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας και όχι μόνο και η κατάλληλη προβολή όλων των ανωτέρω με τη χρήση όλων των διαθέσιμων μέσων, συνεισφέρουν σημαντικά στην προσπάθεια που καταβάλλεται παγκοσμίως για την πλήρη και αμετάκλητη επανασύνδεση του ανθρώπου με το φυσικό του περιβάλλον ως μόνη επιλογή για την επιβίωση και ολοκλήρωση του.
Συμμετέχουμε και στηρίζουμε την καινοτόμο, αξιόλογη και πολλά υποσχόμενη προσπάθεια με κάθε πρόσφορο μέσο.