Μουσείο: Θησαυροφυλάκιο μνήμης και γνώσης

του Μηνά Κ. Σταυρακάκη, Οικονομολόγου

Η έννοια του μουσείου αναπτύχθηκε στην αρχαία Ελλάδα αν και πρωτοφανερώνεται στην Ανατολή (Βαβυλωνία).  Το μουσείο είναι ένας τόπος, ένα κτίριο, μια αίθουσα όπου εκτίθεται μια συλλογή αντικειμένων. Με την αξιοθαύμαστη τεχνολογική εξέλιξη, η έννοια του μουσείου μπορεί να έχει μορφή τελειότητας, όπως συμβαίνει με αυτό που επισκεφτήκαμε, την αξία του οποίου είμαστε βέβαιοι πως όλοι μπόρεσαν να εκτιμήσουν.

Θα πάρουμε σαν αφορμή τους σκοπούς και το συμβολισμό του για να θίξουμε μερικά ζητήματα που αφορούν τον «Πολιτισμό» που έχουμε και την κουλτούρα που τον συνοδεύει.

Έχουμε το προνόμιο, που δεν το συνειδητοποιούν όλοι, να ζούμε σ΄ ένα μοναδικό περιβάλλον όμορφης και πλούσιας φύσης, φωτεινής και διαυγούς χωρίς κινδύνους, γεμάτη εναλλαγές, καμιά μονοτονία βροχής, ομίχλης και σκοτεινιάς. Mε καταγάλανες θάλασσες σαν κρύσταλλο, όπου όλες τις εποχές, εκτός από το βαρύ χειμώνα, μοσχοβολά από αρώματα.

Είμαστε πλούσιοι και δεν το ξέρουμε, γιατί δεν ξεχωρίσαμε ποτέ τις αληθινές ανάγκες από τις επιθυμίες μας. Η φύση έθρεψε το λαϊκό μας πολιτισμό σε πολυποίκιλες μορφές, όπως είναι και το μικροκλίμα. Μαζί και η αίσθηση της ιστορίας και όχι η γνώση της. Και πάντα χάρη στη γλώσσα που κρατήθηκε ζωντανή και μείς μαζί της. Εδώ όμως και πολλά χρόνια ζούμε με τρόπο που φαίνεται να τα αγνοεί όλα αυτά καθώς και τη σημασία τους, αλλιώς δεν εξηγείται η περιβαλλοντική μας οπισθοδρόμηση. Πρόβλημα ουσιαστικά και έκφραση του καχεκτικού πολιτισμού μας. Ας δούμε κάποια μέτωπα τελείως ενδεικτικά και ας διερωτηθούμε για τις αιτίες τους, όπως:

Γιατί είμαστε οι χειρότεροι στην Ευρώπη με το 81% των οικιακών απορριμμάτων να καταλήγουν στο ύπαιθρο (σε ΧΥΤΑ), όταν στο βασικό αρχικό ευρωπαϊκό πυρήνα είναι 0 και στην Ευρώπη των 28 είναι το 31%.

Δεν είναι παραλογισμός στην ομορφότερη χώρα με την πιο ποιοτική αγροτική οικονομία, με βασική πηγή εσόδων τον τουρισμό να έχουμε αυτό το χάλι; να είμαστε δακτυλοδεικτούμενο τριτοκοσμικό κράτος;

 

 

Καταγγέλλεται και τιμωρείται η χώρα μας. έτσι αποπροσωποποιείται η ενοχή, ξεχνιέται η ευθύνη των ανθρώπων και του Δήμου, όπως ξεχνιέται ο εξεγερμένος τοπικισμός που ζητά τα σκουπίδια να πάνε στον άλλο Δήμο και αυτός στον επόμενο…. Δεν μας ενδιαφέρει ο ξένος που αποσβολωμένος βλέπει στους σκουπιδότοπους τις καλοκαιρινές φωτιές. Δεν μας προσβάλει το δικό μας αυτό επίτευγμα, δεν έχουμε καμιά ευθύνη;

 

Άλλο ενδεικτικό φαινόμενο είναι τα αυθαίρετα που συνδέονται με την αστυφιλία και την παραβατικότητα που το ενθαρρύνει. Σήμερα στην Αττική μένει η μισή Ελλάδα, στο κατεστραμμένο πια Αττικό τοπίο. Πολλές άλλες περιοχές παραμορφώθηκαν από αυθαίρετα σε βάρος κάθε πολεοδομικής τάξης, χωροταξικής αρχής και αισθητικής. Δεν πρέπει να οικοπεδοποιείται αναντικατάστατη γη υψηλής παραγωγικότητας. Αυτό συμβαίνει μόνο σε τριτοκοσμικές χώρες. Ούτε πρέπει να ορθώνονται κτίρια σαν τούρτες κοντά σε αρχαιολογικούς χώρους. Ούτε να αλλάζουν χαριστικά συντελεστές, ούτε να κλείνονται θαλάσσια μέτωπα πόλεων από πολυώροφα τείχη, εγκιβωτίζοντας τους ανθρώπους. Η αστυφιλία εκτός από τη φύση αλλάζει και τους ανθρώπους. Η ανωνυμία της μεγαλούπολης είναι δυνάμει ανομία, ενθαρρύνει την παραβατικότητα, αποκοινωνικοποιεί τις συνειδήσεις.

Υπάρχει η δημοκρατία του δρόμου, ο πολιτισμός της πλατείας, η οικειότητα στις σχέσεις, η κοσμιότητα και ο σεβασμός. Ο αφανισμός του αληθινού δημόσιου χώρου επηρεάζει τη δημόσια σφαίρα των πολιτών και αυτό τη φύση της δημοκρατίας και τον πολιτισμό.

Αλλά κακοποίηση της φύσης είναι και ό,τι αφανίζει την ενότητα της (περιφράξεις, μαντρότοιχοι, αχρείαστοι δρόμοι). Όπως και ό,τι σπαταλιέται, όπως συμβαίνει με το νερό ύδρευσης, όπου αλλού θα εμφιαλωνόταν, εδώ πλένει αμάξια, πεζοδρόμια και πλατείες.

Αυτά ενδεικτικά!

Έχουμε πολλά ανοικτά μέτωπα που πρέπει να είναι συνεχής η έγνοια μας, όπως οι θάλασσες μας, η υπεραλίευση και η ρύπανσή τους. Η προστασία της βιοποικιλότητας, οι ενεργειακές προκλήσεις.

Μετά από αυτά τα εναύσματα- συμπτώματα της κακοδαιμονίας μας, θα παρατηρήσουμε ότι για αυτά, όπως και για άλλα κουσούρια μας γυρεύουμε τις απαντήσεις όχι εκεί που θα έπρεπε, αλλά κάπου αλλού πέρα από εμάς. Συνηθίζουμε, αντί να προσπαθούμε να ερμηνεύουμε καταστάσεις, ενοχοποιούμε!

Οι περισσότεροι γνωματεύουν με περισσή βεβαιότητα για το φταίχτη που άλλοτε είναι το κράτος και συνήθως κάποιος άλλος. Και αν η ενοχή δεν είναι τόσο ευκρινής, τότε σκοτεινές δυνάμεις επιστρατεύονται σα δικαιολογίες και ο ορθολογισμός πάει περίπατο.

Η ερμηνεία κακών νοοτροπιών και φαινομένων βρίσκεται συνήθως μέσα στην ιστορία που μαζί της έχουμε κακή σχέση. Τέτοιες αναζητήσεις όταν αποτολμηθούν αναμοχλεύουν δυσβάσταχτες αλήθειες και οδηγούν σ’ άλλες συνειδητοποιήσεις αυτογνωσίας για τα κακά που μας δυναστεύουν.

Αντί να αναζητούμε την αυτοεκτίμηση της ευθύνης, την αρνιόμαστε και τη μεταθέτουμε. Και αντί να κατανοούμε, επιστρατεύοντας τη νόηση, αφηνόμαστε στο συναίσθημα και στις ψευδαισθήσεις φυτεμένων στερεοτύπων αθωότητας, αγνότητας και υπεροχής. Πρέπει κάποτε να ενηλικιωθούμε. Έχουμε χαρίσματα πολλά σαν κοινωνία, μην αδικούμε τους εαυτούς μας.

Εδώ επανέρχεται η έννοια του πολίτη, η έννοια της δημόσιας σφαίρας, το θερμοκήπιό του, όπως και της δημοκρατίας. Εδώ βρίσκεται το πρόβλημα, στην πιο σύγχρονη εκδοχή του στην ευθύνη των υποχρεώσεων και όχι μόνο στην απόλαυση των δικαιωμάτων.

Αυτός ο προβληματισμός δεν τελειώνει εδώ, εδώ μπορεί να αρχίζει. Όπως αυτό το μουσείο και κάθε αληθινό μουσείο δεν είναι τόπος φιλοξενίας «μουσειακών ειδών», δεν είναι αποθήκη πραγμάτων με ναφθαλίνη. Είναι τόπος έμπνευσης και έναυσμα γι΄ αυτές τις σκέψεις!

Το μουσείο είναι μνήμη, είναι το θησαυροφυλάκιο του παρελθόντος μας, μακρινού και κοντινού, χωρίς την αναπόληση και την ανάμνησή του δεν υπάρχει μέλλον.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει...