Μουσεία και Νέες Τεχνολογίες
του Μανώλη Βουβάκη, Διευθύνοντα Συμβούλου της εταιρίας Radiant Technologies
Στα τέλη του 20ου αιώνα υπήρξε μία στροφή στην πολιτική των Μουσείων, καθώς οι προτεραιότητές τους άλλαξαν. Η εστίαση των Μουσείων στη συλλογή, συντήρηση και διαφύλαξη αρχαιοτήτων και άλλων εκθεμάτων επεκτάθηκε και στην προβολή των αντικειμένων αυτών στο ευρύ κοινό. Ο ρόλος των Μουσείων έγινε περισσότερο εκπαιδευτικός, αλλά και ψυχαγωγικός, σε μία προσπάθεια να προσελκύσουν νέες κατηγορίες επισκεπτών και να αναδείξουν τις συλλογές τους. Η αλλαγή αυτή αντικατοπτρίζεται και στην εξέλιξη των μουσείων από τον παραδοσιακό τύπο, όπου το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα αντικείμενα (object oriented), στο μοντέρνο τύπο, όπου δίνεται προσοχή τόσο στα αντικείμενα όσο και στο κοινό (object and people oriented) και τέλος στο μεταμοντέρνο τύπο, όπου η εξυπηρέτηση του κοινού είναι ο καθοριστικός παράγοντας (people oriented) (Νάκου, 2001). Στην εποχή μας τα εκθέματα παρουσιάζονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, χρησιμοποιώντας σύγχρονα μέσα για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Η τεχνολογία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην επιτυχία αυτής της μεταστροφής, αφού επέτρεψε την ένταξη πρωτοποριακών για το χώρο στοιχείων, όπως η αμφίδρομη επικοινωνία μεταξύ επισκέπτη και μουσείου και η διαδραστικότητα.
Η ένταξη όμως της τεχνολογίας στο μουσειακό περιβάλλον, παράλληλα με την ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων, δημιούργησε ορισμένες ανάγκες όσον αφορά στην καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση του επισκέπτη, καθώς επίσης βοήθησε και στην εξέλιξη αυτού που ονομάζεται ‘μουσειακή εμπειρία’. Σε γενικές γραμμές τα πολυμεσικά συστήματα έχουν ως στόχο την βέλτιστη παρουσίαση των εκθεμάτων και την πληροφόρηση, τον οποίο στόχο επιτυγχάνουν μέσω της ευελιξίας τους και της προσαρμοστικότητάς τους στις ανάγκες των επισκεπτών (Οικονόμου, 2003). Ένα Σύστημα Ξενάγησης, παραδείγματος χάρην, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις αυτές και τις υπερκαλύπτει, καθώς εκτός από εργαλείο πληροφόρησης έχει και εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό χαρακτήρα.
Παρέχει τη δυνατότητα σε ένα φορέα να προσφέρει στοχευόμενες ξεναγήσεις στους επισκέπτες του, με σκοπό τη διεύρυνση του κοινού του. Οι διαφορετικές ξεναγήσεις είναι δυνατόν να στοχεύουν σε αντίστοιχες ομάδες επισκεπτών, όπως σε γνώστες της θεματικής του Μουσείου, σε έναν μέσο επισκέπτη ή σε παιδιά ή ακόμα και σε ΑμεΑ, θέμα στο οποίο θα αναφερθούμε σε άλλο άρθρο στο μέλλον.
Συμπερασματικά, η διαδραστικότητα, μέσω της τεχνολογίας, έχει αρχίσει να αντιμετωπίζεται ως αναπόσπαστο κομμάτι των προσφερόμενων υπηρεσιών ενός Μουσείου. Ο εκπαιδευτικός του χαρακτήρας, η σταθερή ποιότητα και εγκυρότητα των πληροφοριών που προσφέρονται, αλλά και η συλλογή στατιστικών και άλλων στοιχείων που αφορούν την «κινητικότητα» των επισκεπτών εντός του Μουσείου ενισχύονται καθοριστικά. Ανοίγει έτσι ένα νέο κανάλι αμφίδρομης επικοινωνίας μεταξύ του φορέα και των επισκεπτών, που μονο θετικό αντίκτυπο μπορεί να έχει.